παρμεζάνα

παρμεζάνα
η
είδος σκληρού ιταλικού τυριού που παρασκευάζεται από γάλα αγελάδας στην περιοχή τής πόλης Πάρμας στη Λομβαρδία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. parmesan, από την ονομ. τής ιταλικής πόλης Πάρμα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • παρμεζάνα — παρμεζάνα, η (λ. ιταλ.), είδος ιταλικού τυριού …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”